- ὑποτάττωνται
- ὑποτάσσωplacepres subj mp 3rd pl (attic)ὑποτάσσωplacepres subj mp 3rd pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πρόταξη — η / πρόταξις, άξεως, ΝΑ [προτάσσω] 1. η πράξη και το αποτέλεσμα τού προτάσσω, η τοποθέτηση μπροστά («ζήτησαν πρόταξη τής δίκης») 2. η παράταξη τών στρατιωτών στην πρώτη γραμμή τής μάχης νεοελλ. γραμμ. 1. το να βρίσκεται ένα φωνήεν μπροστά από… … Dictionary of Greek